Αφρώδες Latex |
Από που προέρχεται το Latex ? Η αναζήτηση μιας τεχνικής για την δημιουργία αφρώδους καουτσούκ από υγρό latex, είχε απασχολήσει τους τεχνολόγους του καουτσούκ από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και είναι αμφίβολο αν όσοι εργάζονταν για αυτήν την έρευνα εκτιμούσαν πλήρως την σημασία του επιτεύγματός τους. Σήμερα το αφρώδες latex είναι το κορυφαίο υλικό κατασκευής μαξιλαριών, χρησιμοποιείται δε ευρέως και για την κατασκευή ποιοτικών στρωμάτων σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, ένας τύπος αφρώδους latex ξεχώρισε και εδραιώθηκε πάνω από όλα τα άλλα, το κυψελωτό latex.
Θετικά χαρακτηριστικά του κυψελωτού latex Το κυψελωτό latex, που έχει κατασκευαστεί με το σύστημα TALALAY, χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες τρύπες σε σχήμα μολυβιού, οι οποίες σχηματίστηκαν από τις καρφίτσες στο καπάκι και στη βάση του καλουπιού. Σε συνδυασμό με τις ομοιόμορφες ανοιχτές κυψέλες του αφρώδους latex, οι τρύπες αυτές παρέχουν ένα άριστο σύστημα εξαερισμού που επιτρέπει στο προϊόν να αναπνέει. Σημειωτέον, είναι επίσης ότι τα μαξιλάρια και στρώματα από κυψελωτό latex έχουν εδώ και πολλά χρόνια αποδειχθεί ευεργετικά σε ανθρώπους που παρουσιάζουν αλλεργίες σε άλλα παραδοσιακά υλικά γεμίσματος μαξιλαριών και στρωμάτων. Το κυψελωτό latex είναι επίσης πολύ εύκαμπτο, αφού η συμμετρική κατασκευή του επιτρέπει την κοπή του σε πολύπλοκα σχήματα χωρίς να χάσει την φυσική του ελαστικότητα. Έτσι γίνεται ιδανικό για χειροκατασκευές και διαχωρισμό σε φύλλα. Το κυψελωτό latex διατίθεται σε ποικιλίες σκληρότητας από extra μαλακό έως και extra σκληρό για κάθε είδους εφαρμογή, διατηρώντας τις ιδιότητες στήριξης και άνεσης ακόμα και μετά από 20 χρόνια κανονικής χρήσης. Επίσης δεν χρησιμοποιείται CFC κατά την κατασκευή του, κάνοντας το πιο φιλικό στο περιβάλλον και προσδίδοντας του αντιβακτηριδιακή συμπεριφορά, ελαστικότητα, αντοχή και καλό εξαερισμό. Ας σημειωθεί ότι όλα τα κυψελωτά latex πλένονται κατά την διάρκεια της κατασκευής του ώστε να προσφέρουν μόνον τις καλύτερες φυσικές τους ιδιότητες κατά τη χρήση. Μια μετρημένη ποσότητα ελαφρού αφρώδους latex χύνεται σε ένα μεγάλο καλούπι καλύπτοντας ένα μόνο μέρος του όγκου του. Εκ των υστέρων το πώμα σφραγίζεται και το latex εξαπλώνεται με την βοήθεια του κενού με αποτέλεσμα να γεμίσει όλο το καλούπι. Μόλις αυτό συμβεί, η θερμοκρασία πέφτει απότομα στους -30oC, έτσι ώστε να συσσωματωθεί και να μην διαρρεύσει. Στο σημείο αυτό διοχετεύεται διοξείδιο του άνθρακα και η θερμοκρασία ανεβαίνει στους 115οC, οπότε και το υλικό παίρνει την τελική του φόρμα. Το καλούπι πλέον ανοίγει αυτόματα και το υλικό μεταφέρεται σε κυλιόμενη ζώνη προς την επόμενη διαδικασία που είναι το καλό πλύσιμο, το ξέβγαλμα, το στράγγισμα με την βοήθεια δύο κυλίνδρων και το τελικό στέγνωμα δια μέσου ενός συστήματος στεγνωτήρων. Κάθε φύλλο latex και κάθε μαξιλάρι δοκιμάζονται ξεχωριστά ώστε να επιβεβαιωθούν οι ζητούμενες προδιαγραφές πυκνότητας και σκληρότητας του κάθε ενός κομματιού ένα προς ένα, πριν την διάθεσή του στην αγορά. Επιστημονική απόδειξη της καταλληλότητας του latex για την κατασκευή στρωμάτων Από τις αρχές του 1950 μελέτες που έγιναν στη Γερμανία το αποδεικνύουν: ο Dr. Theo Lammers του Ινστιτούτου Υγιεινής του Πανεπιστημίου Gutenberg απέδειξε ότι “ο αφρός latex αποτελεί από άποψη υγιεινής αξεπέραστο υλικό για την στρωματοποιία, καλύτερο από όλα τα υπάρχοντα υλικά καθώς διαθέτει εξαιρετικά υψηλή αντιβακτηριδιακή δράση“ (δημοσιεύτηκε στο Deutsche Medizinishe Wochenschrift). Περαιτέρω έρευνα από τους Dr., Fuchs και Gronemeyer στην κλινική άσθματος, Bad Lippspinge, με τίτλο “ανακούφιση από τις νυχτερινές κρίσεις άσθματος“ συμπεραίνει ότι “τα πλεονεκτήματα των αφρώδων στρωμάτων που κατασκευάζονται από latex επιβεβαιώνονται από τις υγιειονομικές αρχές αφού αποδεικνύονται οι βακτηριοστατικές ιδιότητες του καθώς και η αντοχή του στους μύκητες και στα ακάρεα που ανακάλυψε ο Lammers“ (δημοσιεύτηκε στο Muenchener Medizinishe Wochenschrift). |